Η ταινία για τον νεαρό Αλβανό με την άσπιλη καρδιά, που αφού πρώτα σκότωσε κάποιον, στη συνέχεια μετανόησε και αποφάσισε να παραδοθεί στις ελληνικές αρχές μας πήρε τα μυαλά στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Μέσα στις ασύλληπτα κακές και μέτριες ελληνικές ταινίες της χρονιάς(πλην μετρημένων στα δάχτυλα του ενός χεριού εξαιρέσεων) ο Eduart φάνηκε ως μικρό διαμάντι.
Η άρτια παραγωγή, συμπαραγωγή ελληνο-γερμανική γαρ, το σωστό pace και γενικά η ανωτερότητά της σε κάθε τεχνικό και μη επίπεδο ήταν εμφανής, τόσο που της έδωσε εννέα κρατικά βραβεία, ύστερα από μεγάλο παίδεμα, γιατί τάχα κρατικά βραβεία δικαιούνται μόνο όσες ταινίες μιλούν ελληνικά και διάφορες άλλες ιστοριες για αγρίους. Και το Eduart μόνο ελληνικά δε μιλάει—πέρα από κάτι κουβέντες στην αρχή και στο τέλος, μιλάει κυρίως αλβανικά και γερμανικά. Τι μ’ αυτό, έχει όμως έλληνες συντελεστές, πρώτη και καλύτερη την σκηνοθέτρια Αγγελική Αντωνίου που πίστεψε στην ταινία και πέτυχε τη διεκπεραίωσή της δια πυρός και σιδήρου, άρα έχει κάθε δικαίωμα να λέγεται ελληνική ταινία.
Η ταινία πέρα από τις υπόλοιπες αρετές, αντιμετωπίζει τον βασικό «ξένο» στη χώρα μας, το «άλλο» δηλαδή με μια συμπάθεια και γλυκύτητα που μόνο στον Όμηρο του Γιάνναρη είχαμε δει μέχρι τώρα. Και είναι στ’ αλήθεια θεμιτό να πληθαίνουν οι αναφορές στο άλλο(other) υπό το πρίσμα του όμοιου(same) μήπως η διαφορετικότητα σε κάθε της έκφανση πάψει σταδιακά να αντιμετωπίζεται ως αρνητικό χαρακτηριστικό, αλλά απλώς ως ένα ακόμη χαρακτηριστικό.
Ήρθε τώρα και η ώρα της ένστασης: ο Eduart έχει μια βασική κατανοητή πλοκή, αλλά κάνει μικρή προσπάθεια για υπο-ιστορίες που θα επέκτειναν τον σχετικά μονοδιάστατο χαρακτήρα του αντι-ήρωα. Αυτός είναι κατ’ εμέ ο βασικός λόγος αμηχανίας της εταιρείας διανομής, που δεν βρήκε καίριο τρόπο να προμοτάρει την ταινία. Είδα καταχωρήσεις που μιλούσαν για τη μεγάλη δύναμη της φιλίας—του νεαρού Αλβανού με το Γερμανό γιατρό—που έκανε δυνατή τη μεταστροφή του χαρακτήρα του εγκληματία σε μετανοούντα. Στην αφίσα σωστό κρίθηκε να αναφερθεί ότι ο νεαρός «ονειρευόταν να γίνει ροκ σταρ, έγινε δολοφόνος». Μια ελάχιστα ανεπτυγμένη πτυχή του χαρακτήρα του, αυτή των αθώων νεανικών ονείρων του, γίνεται tagline για να προσελκύσει το αβέβαιο κοινό, που ακόμη δεν γνωρίζει τι ακριβώς ιστορία θα πάει να παρακολουθήσει. Το θέμα της ταινίας είναι σίγουρα σαφές, η κεντρική της ιδέα όμως θαμπή και ασαφής. Είναι ύμνος στη φιλία, στην ανθρώπινη εξαθλίωση, στο ανθρώπινο μεγαλείο ή όπως λέει η αφίσα κάτι του στυλ «μεγάλωσα απότομα»; Ή πάλι είναι μια ιστορία βουτηγμένη στο αίμα, αφού κατακόκκινη είναι η επίσημη αφίσα;
Σεναριακές δυσλειτουργίες υπήρχαν πάντα στην ημεδαπή. Και όσα βήματα μπροστά να κάνουμε, πάλι είμαστε ένα βήμα πίσω από το τέλειο σενάριο, αυτή τη μαγική συνταγή του κομμένου και ραμμένου plot που λειτουργεί τόσο καλά τόσα χρόνια στο ιερό δάσος.
Η άρτια παραγωγή, συμπαραγωγή ελληνο-γερμανική γαρ, το σωστό pace και γενικά η ανωτερότητά της σε κάθε τεχνικό και μη επίπεδο ήταν εμφανής, τόσο που της έδωσε εννέα κρατικά βραβεία, ύστερα από μεγάλο παίδεμα, γιατί τάχα κρατικά βραβεία δικαιούνται μόνο όσες ταινίες μιλούν ελληνικά και διάφορες άλλες ιστοριες για αγρίους. Και το Eduart μόνο ελληνικά δε μιλάει—πέρα από κάτι κουβέντες στην αρχή και στο τέλος, μιλάει κυρίως αλβανικά και γερμανικά. Τι μ’ αυτό, έχει όμως έλληνες συντελεστές, πρώτη και καλύτερη την σκηνοθέτρια Αγγελική Αντωνίου που πίστεψε στην ταινία και πέτυχε τη διεκπεραίωσή της δια πυρός και σιδήρου, άρα έχει κάθε δικαίωμα να λέγεται ελληνική ταινία.
Η ταινία πέρα από τις υπόλοιπες αρετές, αντιμετωπίζει τον βασικό «ξένο» στη χώρα μας, το «άλλο» δηλαδή με μια συμπάθεια και γλυκύτητα που μόνο στον Όμηρο του Γιάνναρη είχαμε δει μέχρι τώρα. Και είναι στ’ αλήθεια θεμιτό να πληθαίνουν οι αναφορές στο άλλο(other) υπό το πρίσμα του όμοιου(same) μήπως η διαφορετικότητα σε κάθε της έκφανση πάψει σταδιακά να αντιμετωπίζεται ως αρνητικό χαρακτηριστικό, αλλά απλώς ως ένα ακόμη χαρακτηριστικό.
Ήρθε τώρα και η ώρα της ένστασης: ο Eduart έχει μια βασική κατανοητή πλοκή, αλλά κάνει μικρή προσπάθεια για υπο-ιστορίες που θα επέκτειναν τον σχετικά μονοδιάστατο χαρακτήρα του αντι-ήρωα. Αυτός είναι κατ’ εμέ ο βασικός λόγος αμηχανίας της εταιρείας διανομής, που δεν βρήκε καίριο τρόπο να προμοτάρει την ταινία. Είδα καταχωρήσεις που μιλούσαν για τη μεγάλη δύναμη της φιλίας—του νεαρού Αλβανού με το Γερμανό γιατρό—που έκανε δυνατή τη μεταστροφή του χαρακτήρα του εγκληματία σε μετανοούντα. Στην αφίσα σωστό κρίθηκε να αναφερθεί ότι ο νεαρός «ονειρευόταν να γίνει ροκ σταρ, έγινε δολοφόνος». Μια ελάχιστα ανεπτυγμένη πτυχή του χαρακτήρα του, αυτή των αθώων νεανικών ονείρων του, γίνεται tagline για να προσελκύσει το αβέβαιο κοινό, που ακόμη δεν γνωρίζει τι ακριβώς ιστορία θα πάει να παρακολουθήσει. Το θέμα της ταινίας είναι σίγουρα σαφές, η κεντρική της ιδέα όμως θαμπή και ασαφής. Είναι ύμνος στη φιλία, στην ανθρώπινη εξαθλίωση, στο ανθρώπινο μεγαλείο ή όπως λέει η αφίσα κάτι του στυλ «μεγάλωσα απότομα»; Ή πάλι είναι μια ιστορία βουτηγμένη στο αίμα, αφού κατακόκκινη είναι η επίσημη αφίσα;
Σεναριακές δυσλειτουργίες υπήρχαν πάντα στην ημεδαπή. Και όσα βήματα μπροστά να κάνουμε, πάλι είμαστε ένα βήμα πίσω από το τέλειο σενάριο, αυτή τη μαγική συνταγή του κομμένου και ραμμένου plot που λειτουργεί τόσο καλά τόσα χρόνια στο ιερό δάσος.
2 comments:
Στελλίτσα τώρα ανακάλυψα το blog σου! Εξαιτίας ενός e-mail που μου ήρθε από τη γνωστή οργάνωση! Εντάξει, πολύ συνωμοτικό ακούγεται αυτό, can't help it otherwise, επισκέψου το παρόμοιας αισθητικής δικό μου κινηματογραφικό blog. Νεογέννητο ακόμα! θα τα λέμε τώρα πιο συχνά κι όχι τυχαία σε κανένα σινεμά!
To Eduart ακόμα δεν το έχω δει, αλλά έχω ακούσει αντιφατικά σχόλια!
panouli mou!poso ksenerosame, apo kei pou ksefantoname kati kalokairia, tora na ta leme meso ton blog, snif:(
Post a Comment