Χρώματα φτερουγίζουν σαν πεταλούδες, εντυπωσιάζουν σαν ουρά παγωνιού και μας γαργαλάνε τη μύτη... Από την άκρη των χοντρών 3D γυαλιών μέχρι τον ονειρικό κόσμο όπου πίνοντας γίνεσαι νάνος και τρώγοντας γίνεσαι γίγαντας πόσο απέχει τάχα, μια τρίχα ή μια τριχιά; Πόσες παράλογες σκέψεις μπορείς να κάνεις πριν από το πρωϊνό, πεντέξι τουλάχιστον ή πεντέξι το πολύ; Τον βασιλιά σου, πάλι, θα τον ρίξεις στην τάφρο να σαπίσει, για να προλάβεις απιστίες και εγκατάλειψη ή θα τον περιμένεις στωικά να αμαρτήσει;
Η Wonderland του Tim Burton είναι λιγότερο παιδική και πιότερο ενήλικη, ζητάει να λύσει μέσα από ψυχεδελικά κοριτσίστικα όνειρα όχι μόνο προβλήματα ενηλικίωσης, αλλά και χειραφέτησης, που μάλιστα ξεπηδούν από τη βικτωριανή στην οθόνη εποχή για να καρφωθούν στο στόχο του σήμερα που αφορούν όχι λιγότερο, ούτε λιγότερους. Αυτή η Χώρα των Θαυμάτων καταφέρνει μοναδικά να γεφυρώσει πρακτικά αγεφύρωτα χαρακτηριστικά και μάλιστα όλα σε γυναικείους χαρακτήρες: σκληρότητα, πείσμα, υπερβολική ευαισθησία, φαντασιοπληξία ή απλώς υπερβολικά καλπάζουσα φαντασία και μερικά ακόμη λιγότερο ή περισσότερο προφανή.
Κι εκεί που περιμένουμε μάταια την American McGee's Alice στις οθόνες μας, μας ήρθε τελικά η μπαρτονική εκδοχή πρώτη, όχι λιγότερο σκοτεινή, αλλά πολύ περισσότερο ρομαντική. Ίσως μάλιστα περισσότερο ηθικοπλαστική και συντηρητική, σε μια πιο προσεκτική ανάγνωση, απ' όσο αφήνει να φανεί το τραγούδι των τίτλων τέλους από την Avril Lavigne που θέλει να δειχτεί μαχητικό, φωνάζοντας:
When the world's crashing down
When I fall and hit the ground
I will turn myself around
Don't you try to stop me
Είναι σίγουρο, ότι τα πολλά ξαφνιάσματα σε επίπεδο cast και η εικαστική πρόταση του Μπάρτον είναι τουλάχιστον αποστομωτικά, αφήνοντας προσωρινά το θεατή έκθαμβο, ίσως γι' αυτό ευκολότερα ξεγλιστράνε τα νοήματα, που είναι όμως τα σημαντικότερα και δυστυχώς, ούτε αυτό το narrative δεν ξεφεύγει από τις κανονιστικές αμερικάνικες συνταγές, σας διαβεβαιώ.
Πρώτα-πρώτα, όμως, αναρωτήθηκα αν τάχα γίνεται η Helena Bonham Carter να μας ξαφνιάσει περισσότερο, καθότι έχει στη γκάμα της μεταμορφώσεις οριακές: καμένη γκόμενα του ιδρυτή του Fight Club, σατανική συνεργός του Sweeney Todd και τώρα η Κόκκινη Βασίλισσα με κεφάλι σαν κολοκύθα, κατά φαντασίαν εραστή και με καρδιά κακιά σαν ξεροκέφαλου παιδιού, δηλαδή όχι και τόσο κακιά, απλώς αδικημένη και πεισματάρικη.
Το ίδιο ξάφνιασμα με πιάνει ακόμη για τον Depp: από τη γνωριμία μου μαζί του ένα φθινόπωρο με πολλά ναρκωτικά στο Fear and Loath in Las Vegas μέχρι την ενσάρκωση όλων των παιδικών μου ιστοριών, με βόλτες από το Roald Dahl, μέχρι τα πειρατικά swashbuckler και ακόμη και τη Χώρα των Θαυμάτων φαίνεται να μην τον σταματάει τίποτα στη μανία του για το παράξενο και το παράδοξο, μοιάζει ότι δε θα καταδεχτεί να παίξει ποτέ ξανά οποιοδήποτε κανονικό ρόλο.
Τα ξάφνιασμα από την αποκάλυψη της χλωμής και ασκητικής Wasikowska δεν ήταν καθόλου μικρότερο, αλλά εκεί το τοπίο άρχισε να ξεκαθαρίζει: ειδικά οταν φόρεσε την πανωπλία του ήρωα που θα σώσει τη λευκή και άσπιλη βασίλισσα και όταν η κουβέντα στράφηκε προς θυσίες και αυτοθυσίες, προσωπικές μάχες και αποφάσεις για προσφορά χείρας βοηθείας, τότε φάνηκε καθαρά μια υποψία σταυροφορίας στην ασπρόμαυρη σκακιέρα. Κι ύστερα η Αλίκη θυμήθηκε την αξία της καλοσύνης και του θάρρους, πήρε κουράγιο στη σκέψη του εκλιπόντος πατρός της και έγινε Αη-Γιώργης που σκότωσε το δράκο ή μήπως μεγαλέξανδρος που σκότωσε τον καταραμένο όφι;
Κι αφού τα κατάφερε καλά σε όλα, γύρισε για να πει μερικές κοινότοπες αλήθειες, να δείξει ότι μισεί τα ρούχα που υποτίθεται ότι της αρμόζουν και να μείνει για πάντα το κοριτσάκι του μπαμπά, εκπληρώνοντας τα ριψοκίνδυνα οράματά του για πρωφανή ταξίδια α λα Μάρκο Πόλο. Ναι, έχει χαρακτήρα, δε λέω, αλλά μοιάζει δανεικός, την εμπιστεύονται επειδή πατάει στο όνειρο του πατέρα της και επειδή παρενδύεται την προσωπικότητά του. Καλύτερο από την οικοκυρική, φαντάζομαι, αλλά και πάλι, όχι αρκετά ικανοποιητικό. Γίνεται όχι ακριβώς η χειραφετειμένη γυναίκα που όλοι περιμέναμε, απλώς η παράτολμη κόρη που ίσως να ήθελε να είναι γιος και συχνά μοιάζει να την διαπερνάει ρίγος που το λένε σύμπλεγμα της Ηλέκτρας. "Γιε μου, που πας; - Μάνα, θα πάω στα καράβια" φάση, δηλαδή, αλλά ακόμη κι έτσι, έστω και χωρίς βάσιμη πρωτοβουλία, τουλάχιστον η Αλίκη γλιτώνει από τον επίμονο νυμφίο και τα στομαχικά του προβλήματα, πράγμα που από μόνο του θα αποτελούσε ικανό happy end για όσους θεωρούν κάθε επιλογή ιερή και χρονοβόρα διαδικασία.
Τα ξάφνιασμα από την αποκάλυψη της χλωμής και ασκητικής Wasikowska δεν ήταν καθόλου μικρότερο, αλλά εκεί το τοπίο άρχισε να ξεκαθαρίζει: ειδικά οταν φόρεσε την πανωπλία του ήρωα που θα σώσει τη λευκή και άσπιλη βασίλισσα και όταν η κουβέντα στράφηκε προς θυσίες και αυτοθυσίες, προσωπικές μάχες και αποφάσεις για προσφορά χείρας βοηθείας, τότε φάνηκε καθαρά μια υποψία σταυροφορίας στην ασπρόμαυρη σκακιέρα. Κι ύστερα η Αλίκη θυμήθηκε την αξία της καλοσύνης και του θάρρους, πήρε κουράγιο στη σκέψη του εκλιπόντος πατρός της και έγινε Αη-Γιώργης που σκότωσε το δράκο ή μήπως μεγαλέξανδρος που σκότωσε τον καταραμένο όφι;
Κι αφού τα κατάφερε καλά σε όλα, γύρισε για να πει μερικές κοινότοπες αλήθειες, να δείξει ότι μισεί τα ρούχα που υποτίθεται ότι της αρμόζουν και να μείνει για πάντα το κοριτσάκι του μπαμπά, εκπληρώνοντας τα ριψοκίνδυνα οράματά του για πρωφανή ταξίδια α λα Μάρκο Πόλο. Ναι, έχει χαρακτήρα, δε λέω, αλλά μοιάζει δανεικός, την εμπιστεύονται επειδή πατάει στο όνειρο του πατέρα της και επειδή παρενδύεται την προσωπικότητά του. Καλύτερο από την οικοκυρική, φαντάζομαι, αλλά και πάλι, όχι αρκετά ικανοποιητικό. Γίνεται όχι ακριβώς η χειραφετειμένη γυναίκα που όλοι περιμέναμε, απλώς η παράτολμη κόρη που ίσως να ήθελε να είναι γιος και συχνά μοιάζει να την διαπερνάει ρίγος που το λένε σύμπλεγμα της Ηλέκτρας. "Γιε μου, που πας; - Μάνα, θα πάω στα καράβια" φάση, δηλαδή, αλλά ακόμη κι έτσι, έστω και χωρίς βάσιμη πρωτοβουλία, τουλάχιστον η Αλίκη γλιτώνει από τον επίμονο νυμφίο και τα στομαχικά του προβλήματα, πράγμα που από μόνο του θα αποτελούσε ικανό happy end για όσους θεωρούν κάθε επιλογή ιερή και χρονοβόρα διαδικασία.
No comments:
Post a Comment