Saturday, January 08, 2005

La vida es sueno

Άλογο ον ο άνθρωπος. Μπερδεύει και μπερδεύεται. Τι είναι όνειρο; Τι ζωή; Πως ξεχωρίζουν οι σκιές από τη στέρεη ύλη; Εμπιστεύεσαι τα μάτια σου; Την ακοή σου; Την αφή; Ποια από τις πέντε αισθήσεις εμπιστεύεσαι πιο πολύ; Όχι, μην επιλέξεις κάποια. Σκέψου το καλά πρώτα. Η σωστή απάντηση είναι καμία. Μη νομίζεις ότι κάποια από τις αισθήσεις είναι ικανή να σε βγάλει ασπροπρόσωπο. Είσαι κι εσύ Σιγισμούνδος κλεισμένος σε μπουντρούμι, αλυσοδεμένος. Πότε ξυπνάς, πότε κοιμάσαι., όλα ανακατεύονται στο κεφάλι σου, κάπου στο ενδιάμεσο είσαι όμορφος και πλούσιος, άλλοτε πάλι φτωχός και ανάπηρος, μη λες ότι ξέρεις, κι εσύ όπως όλοι δεν αποτελείς την παραμικρή εξαίρεση, μη λες ότι ξέρεις, άκου που σου λέω, τίποτα δεν ξέρεις.

Εστέλλα και Ροζάουρα: μα, φυσικά, υπάρχουν και αυτές για να ομορφαίνουν τον κόσμο, έτσι δε γίνεται πάντα; Συμβαίνει μάλιστα να είναι αυτές τελικά που καθορίζουν την κατάληξη. Άκου την καθορίζουν, απλώς την διαφοροποιούν λιγάκι, αυτό μονάχα. Γιατί όταν έχεις μπρος σου μια γκόμενα με βαρύ σπαθί στο χέρι, αγχωμένη να υπερασπιστεί την τιμή της, αυτή που εμπιστεύτηκε σε κάποιον που δεν το άξιζε, τότε την αφήνεις καμιά φορά να κάνει το δικό της. Να δέσει με αιώνια δεσμά αυτό τον ανόητο που την πλάνεψε, έτσι για να μην νομίσουν οι άντρες της γης ότι πάντα θα τη βγάζουν καθαρή. Η άλλη, αφού η μοίρα που της προοριζόταν αποδείχτηκε η μοίρα μιας άλλης, άντε, δε βαριέσαι, μπορεί να βολευτεί και με τον πρωταγωνιστή, ποια η διαφορά, κι αυτός τη δουλειά του την κάνει και με το παραπάνω.

Σιγισμούνδος με τριμμένο τζιν και αλαζονικά μακριά παλτά. Η λευκή γούνα διαδέχεται την ολόμαυρη δαντέλα, η μακριά χαίτη ανεμίζει ανυπότακτα. Ροζάουρα με την αγνή καρδιά και το χαλασμένο σώμα, το εξώπλατο φανταχτερό φόρεμα του καμπαρέ τονίζει περισσότερο τώρα αυτό που προσπάθησες να κρύψεις με τα κομμένα αγορέ μαλλιά σου. Δε γεννήθηκες άντρας, δε σε ελέησε αρκετά ο Θεός. Πέπλα, κι άλλα πέπλα, τα πέπλα του ονείρου που ίσα που κουνιούνται απ’ τον άνεμο, όμως δεν πέφτουν, δεν αποκαλύπτουν την αλήθεια. Κι ένα άλογο με τις οπλές ορθωμένες, να φωτίζει και να σου θυμίζει το προφανές. Άλογο ον ο άνθρωπος, ζει μονάχα για ν’ ακολουθεί τα όνειρά του. Το όνειρο ενός φρενοβλαβούς που προσπαθεί να ξυπνήσει, να τι είναι όλη η ζωή του. Μια ζεστή ανάσα στον παγωμένο θάλαμο του τρελοκομείου. Σκέψου ότι είσαι βασιλιάς και ζήσε το, όσο προλαβαίνεις χαίρου, γιατί στο ξανάπα, μη λες τίποτα, καλύτερα σώπα, μη λες ότι ξέρεις, κι εσύ όπως όλοι εκεί έξω, δε θες να το ακούς, όμως έτσι είναι, μην κλαις, ξέχνα το αν πονάει, αλλά έτσι είναι, δύστυχε, κι εσύ τίποτα δεν ξέρεις.

No comments: