Το αρκετά ευχάριστο, αλλά κυρίως ανεκδοτολογικό, ναρκισσιστικό πείραμα του ελλιποβαρούς enfant gâté Melvil Poupaud είχε το αθηναικό κοινό την τύχη να παρακολουθήσει χθες το βράδυ. Οποία τιμή, αν σκεφτεί κανείς ότι η ταινία αυτή προβάλλεται για τρίτη μόλις φορά από το 2006 που ολοκληρώθηκε, ύστερα από σύντομα μυστικά γυρίσματα και δύο χρόνια montage στο χαζο-i-film του Mac του Melvil. Πρώτη προβολή στις Κάννες, δεύτερη στο Μπουένος Άιρες και τρίτη στην Αθήνα, Κυρίες και Κύριοι, όσοι το χάσατε κλάψτε για να ξεθυμάνετε. Όσοι πάλι κάνετε κάτι παρόμοιο, μην περιμένετε να το δει ανθρώπου μάτι, γιατί, εντάξει, δεν είστε δα κι ο ωραίος Melvil.
Το πειραματικό τρίπτυχο Melvil του εκφραστικού Γάλλου ηθοποιού που αγαπήσαμε (εμείς και η παγκόσμια gay κοινότητα) κυρίως ως gay φωτογράφο που πεθαίνει από καρκίνο στο Le Temps qui Reste του Francois Ozon έχει ενδιαφέρον κατά βάση για όσους αγαπούν τον ηθοποιό και θέλουν να διεισδύσουν στην παλαβομάρα του. Στο πρώτο μέρος της ταινίας κυκλοφορεί σε ένα κατάφυτο ιρλανδέζικο δάσος ως εξωγήινο πλάσμα με τα οπτικά του νεύρα να του δίνουν εικόνα με αλλοιωμένα χρώματα για τον έξω κόσμο. Με ένα σώβρακο στο κεφάλι (μήπως οι Γάλλοι το έχουν αυτό ως εθνικό αστείο; Ξέρω έναν τουλάχιστον ακόμη που έκανε το ίδιο σε ιδιωτική του βέβαια στιγμή) περιφέρεται γύρω από πισίνες και κόσμο που κάνει barbecue και δεν του δίνει σημασία σαν αόρατος μυστικός πράκτορας του οποίου το σκοπό δεν αντιλαμβανόμαστε επακριβώς. Το δεύτερο μέρος είναι ολίγον βαρετό, σ’ αυτό ο Melvil κάνει χαριτωμενιές με την πραγματική του κορούλα, βλέπει την πρώην γυναίκα του να τον εγκαταλείπει μέσα σε κουνημένα πλάνα και να αγναντεύει τη θάλασσα και ούτω καθεξής. Το τρίτο μέρος, αισθητά πιο ενδιαφέρον για μας δεδομένου ότι βλέπουμε και making of από το Le Temps qui Reste, μας δίνει μια πιο χορταστική δόση Melvil, με το γυμνό του σώμα να ντύνεται και να ξεντύνεται άνετα και ηδονοβλεπτικά, να μπανιαρίζεται στο δωμάτιο ξενοδοχείου όπου περιμένει τον καιρό να φτιάξει για να συνεχιστεί το γύρισμα, να κοιμάται ιδρωμένος και να βλέπει ηλίθιους εφιάλτες ότι του πέφτει το δόντι και στο τέλος να μας χαρίζει και το πιο κοντινό δυνατό πλάνο του ξεψυχισμένου ζαρωμένου οργάνου του.
Κατά τα λεγόμενα του ίδιου του Melvil που ήρθε πριν την έναρξη της ταινίας, αλλά και στο τέλος μαζί με τον Olivier Père που υποστήριξε, ως νονός της ταινίας, το παιχνιδιάρικο έργο του φίλου του, η ταινία παίζει με την έννοια του σωσία, με το ψάξιμο του ρόλου και το μέσα-έξω απ’ αυτόν, επίσης έχει ως θεματική της την πατρική φιγούρα και επιπλέον κάθε της μέρος λειτουργεί ως αυθαίρετο remake μιας ήδη υπάρχουσας ταινίας, όπως του Predator και του Le Temps qui Reste. Εμείς επιβεβαιώσαμε ότι ο Melvil παλιμπαιδίζει, όχι μόνο βλέποντας την ταινία, αλλά μαθαίνοντας με έκπληξη ότι δήλωσε ρητά πως βαριέται το σινεμά γιατί δυο ώρες για μια μόνο ταινία είναι πολλές γι’ αυτόν, και καταδέχεται να βλέπει μόνο σύντομες βλακειούλες στο youtube. Ηθοποιός που εκπλήσσει με το βάθος του, τελικά. Επειδή το βάθος ενός ηθοποιού λίγο ενδιαφέρει, όπως και να 'χει, όμως, θα τον δούμε και στο L'Heure Zero όπου τουλάχιστον κάνει μόνο αυτό που ξέρει καλά: παίζει έναν ρόλο που άλλοι έγραψαν και σκηνοθέτησαν ευτυχώς γι' αυτόν.
Κατά τα λεγόμενα του ίδιου του Melvil που ήρθε πριν την έναρξη της ταινίας, αλλά και στο τέλος μαζί με τον Olivier Père που υποστήριξε, ως νονός της ταινίας, το παιχνιδιάρικο έργο του φίλου του, η ταινία παίζει με την έννοια του σωσία, με το ψάξιμο του ρόλου και το μέσα-έξω απ’ αυτόν, επίσης έχει ως θεματική της την πατρική φιγούρα και επιπλέον κάθε της μέρος λειτουργεί ως αυθαίρετο remake μιας ήδη υπάρχουσας ταινίας, όπως του Predator και του Le Temps qui Reste. Εμείς επιβεβαιώσαμε ότι ο Melvil παλιμπαιδίζει, όχι μόνο βλέποντας την ταινία, αλλά μαθαίνοντας με έκπληξη ότι δήλωσε ρητά πως βαριέται το σινεμά γιατί δυο ώρες για μια μόνο ταινία είναι πολλές γι’ αυτόν, και καταδέχεται να βλέπει μόνο σύντομες βλακειούλες στο youtube. Ηθοποιός που εκπλήσσει με το βάθος του, τελικά. Επειδή το βάθος ενός ηθοποιού λίγο ενδιαφέρει, όπως και να 'χει, όμως, θα τον δούμε και στο L'Heure Zero όπου τουλάχιστον κάνει μόνο αυτό που ξέρει καλά: παίζει έναν ρόλο που άλλοι έγραψαν και σκηνοθέτησαν ευτυχώς γι' αυτόν.
3 comments:
Ε ναι ο Melvil είναι ωραίος και η ταινία του είναι μια χαρά αν θες να τον δεις γυμνό να περιφέρεται παντού. Δεν είναι η ταινία όλων των εποχών, δεν είναι καν μια ταινία που θα έλεγες σε κάποιο φίλο σου να δει, έχει όμως τη γοητεία του να βλέπεις την ταινία ενός φίλου. Ένα παιχνίδι με τους κώδικες του κινηματογράφου, που ίσως είναι αναγκαίο για πολλούς αποστειρωμένους σκηνοθέτες (εγχώριους και μη) που έχουν ξεχάσει ή δεν έμαθαν ποτέ ποια έιναι η μαγεία του σινεμά. Δεν είναι ταινία για κριτική γιατί πολύ απλά δεν είναι ταινία που θα βγει στις αίθουσες. Αν θες να την αναλύσεις έχει ενδιαφέρον, επίσης είμαι σίγουρος ότι ο Melvil Poupaud ξέρει από σινμεά πολύ περισσότερα από όσα θέλει να ομολογήσει. Πιθανότατα για να αποφύγει υπερβολικές αναλύσεις της ταινίας από το κοινό. Έχω βέβαια την περιέργεια να μάθω πω αντέδρασε το κοινό...
Το κοινό γέλασε εκεί που ακουγόταν να πέφτει στη λεκάνη η κουράδα του Poupaud, όταν ακουγόταν καζανάκια και ούτω καθεξής. Τι να κάνει το φτωχό κοινό, δεν τόλμησε καν να εκφράσει γνώμη μετά, για να μην το πάρει κανείς ειδήμων με τις πέτρες. Αλλά ο ειδήμων έχει να πει ότι ο Poupaud όσα και να ξέρει(αφού το θέτετε έτσι) ας τα κρατήσει για τον εαυτό του ως αυθεντικός εστέτ. Εγώ εδώ εκλαϊκεύω κάπως ενίοτε, άρα κρατώ και ανάλογη στάση στις δηθενιές. Όμως, τελικά, δεν κατάλαβα αν είδατε την ταινία και την υπερασπίζεστε ή αν το κράξιμο του Poupaud σας δυσαρέστησε κυρίως...
Είδα την ταινία, απλά αυτό που υποστηρίζω είναι ότι δεν τίθεται θέμα δηθενιάς γιατί μου φάνηκε ως παιχνίδι, και όπως είπα ποτέ δε θα πω σε κάποιον να τη δει, πολύ απλά γιατί δεν αφορά κανέναν. Απλά δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να θάψεις ένα παιχνίδι, ή κατά πόσο πρέπει να κράξεις κάποιον επειδή δεν του άρεσε. Η δηθενιά δεν ξέρω αν είναι στην ταινία, το δημιουργό ή στους τύπους με τα κασκόλ και τα κοκάλινα μαύρα γυαλιά.
(το αγγλόφωνο δες το σαν παιχνίδι όχι ως κάτι estet)
Post a Comment