Είπε μια μακρυμαλλούσα θλιμμενη γυναίκα σε έναν γυμνό νέο άνδρα. Αυτός, υπάκουα, πήρε ένα καλάθι σπόρους και πήγε προς τα περιστέρια, με την κάμερα να αποκαλύπτει αργά τα λευκά του οπίσθια. Μετά ένας ξυρισμένος σκλάβος στέκεται με ευκολία πιότερο πάνω σε μια πέτρινη σφαίρα που τη γυρίζουν γύρω-γύρω τρεις γυμνές φιγούρες, κύριος οίδε ποιες ακριβώς. Ηλέκτρα, Αίγισθος, Ορέστης λένε τα δικά τους σε αυτή την εμπνευσμένη ουγγαρέζικη μεταφορά που εντυπωσιάζει το δίχως άλλο για το vision της.
Δε μπορώ να πω, αυτά τα μονοπλάνα του Miklós Jancsó είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικά: αρκεί να περιμένεις να κουνηθεί η κάμερα και θα τα δεις όλα. Όλο αυτό το χορογραφημένο στυλ σκηνοθεσίας και η κάμερα που με ρευστές κινήσεις ακολουθεί μια τον έναν και μια τον άλλον χαρακτήρα έχει πάντως την πλάκα του. Ίσως να σε υπνωτίσει ο αργός ρυθμός, ίσως να σε πιάσει χασμουρητό, ίσως όλος αυτός ο συμβολισμός απλώς να σε κάνει να σκάσεις στα γέλια --γιατί, ναι, σε μια πρώτη, επιφανειακή θα την έλεγες ίσως, ανάγνωση, αυτή η Ηλέκτρα που ήταν στο διαγωνιστικό στις Κάννες το '74, έχει σαφώς μερικές αστείες στιγμές.
Αλλά, εντάξει, θα του δώσω μια ακόμη ευκαιρία, παρότι μοιάζει φύσει αδύνατο σε έναν άνθρωπο που λατρεύει το γρήγορο μοντάζ να αρέσει μαζί και ο Jancsó. Όμως, που ξέρεις; Έχει παγώνια να γυρνοβολάνε, νάνους με κύμβαλα αλαλάζοντα, μπόλικο γυμνό, μάλιστα τόσο άχαρο που δε σοκάρει, ντουζίνες κομπάρσους και vision, προπάντων αυτό. Α, και ένα πορτοκαλί ελικόπτερο.
(Ξέρω ήδη ότι προτιμώ τον πιο ανάλαφρο συνάδελφό του István Szabó, βέβαια).
No comments:
Post a Comment