Showing posts with label Film Noir. Show all posts
Showing posts with label Film Noir. Show all posts

Monday, February 03, 2014

The Long Goodbye (1973): A Philip Marlowe like no other

In this unforeseen neo noir Robert Altman is moulding the Philip Marlowe one would like to have as a son, a brother, why not, a father for his (better, her) child. Because, alas, we would all like to have Philip Marlowe as a lover anyways, no matter how harsh, senseless or misogynist he seems at times (speaking mainly of on-screen portrayals here); we all share some excitement for the strong, brainy guy who always has it his way.

Well, you know what? This one doesn't. First of all, his lovely cat abandons him and he is looking for her day after day to no avail. Then, his best friend betrays him. But, this is not all: third and foremost, the woman he was helping while being enchanted by her, the woman for which he was run over by a car was playing with him all along. She left town with someone else, without even saying goodbye.

This Philip Marlowe may be mellow, but he is no fool. He manages to see things through in the end. He even manages to pull the trigger, cause there's one thing he cannot stand: betrayal (me neither).

His image equally defines him: with fluffy hair and old-fashioned look, as opposed to his contemporaries, Robert Altman "takes this anachronistic man-apart concept literally" here. Raymond Chandler is the first to present Marlowe "as a kind of anachronism", already in his book, though. As "a man out of step with the changing world, though he’s clearly not a step behind, but rather a step ahead. This is an older Marlowe, and thus technically wiser, but no less foolhardy and devil-may-care.", as Christopher Schultz says in LitReactor.  

Sunday, January 19, 2014

Lady in the Lake (1947)

Seeing everything from the protagonist's  point of view is not an easy thing; especially if the protagonist is Philip Marlowe, a private detective, who goes through a set of weird situations, some of them involving unusual degree of physicality.

To cut a long story short, I was never punched in the face before. This was the first time in my life, and it was quite upsetting. Even if I didn't actually feel the pain in my face, I was literally taken aback, jumped on my cinema seat dressed in red and shouted. Yes, I was the only one in the audience who shouted, but I am well-known for my unusual degree of identification with two-dimensional heroes and anti-heroes alike.

Mr. Montgomery was successful in his choice of the subjective camera/point of view in what was his directorial debut, Lady in the Lake (1947). An unusual choice indeed, disorientating at times, but it drags you into the action all right. We don't mind at all that the camera itself is the main character, who is in fact visible only in reflections; his hands or other part of his body are visible sometimes, but that's enough. Montgomery is, after all, not the most handsome Marlowe that ever saw the light of day -Humphrey Bogart's representation is unbeatable. Raymond Chandler's book with the same title was good material to start with, even if Chandler himself was not happy with Montgomery's effort to recreate his atmosphere, what's more, without using the script he provided to MGM.

Great experience, good acting from icy slash brainy Audrey Totter -who becomes as tame as a sheep in the end of the film, to my surprise- and a very original and experimental way of filming, that apparently inspired Gaspar Noé in his film Enter the Void (2009). Peter Bradshaw explains it all coherently, even if he snubs the original attempt of the camera viewpoint in favour of the latter. Well, Gaspar Noé is known for treating provocative material, so there's a bigger shock factor there. But, shock factor alone cannot make a good movie, Peter, dear.

Wednesday, May 01, 2013

The Killing of a Chinese Bookie (1978) or Welcome to Crazy Horse

Cosmo Vitelli is a gentlemen's club owner who "deals in girls". Of Sicilian origin, currently king of Los Angeles he offers a special kind of show to his patrons. He gives them the most bizarre numbers every night on the stage of Crazy Horse. He travels them around the world. His shows feature Mr Sophistication, a middle-aged buffon that is occasionally daunted; it's not always easy to keep your nerve when surrounded and in competition of the nude artistic merit of fresh young girls. Such situations make it easy for a sensitive artist to lose his ability to feel comfortable. 

"But the only people who are, you know, happy are the people who are comfortable." That's what Cosmo is preaching in the occasion, wearing the flesh of a glorious Ben Gazzara, who himself couldn't grasp the elusive nature of Cosmo better. 

Monday, May 21, 2012

Scarlet Street (1945)


Chris proposes to paint her. Kitty gives him the nail lacquer she was holding. -Make them a masterpiece! she exclaims. He wouldn't say no, why would he; servility to the object of desire gives much wanted pleasure to some of us. He doesn't even bother to explain he meant something totally different. He doesn't  bother to think she is making fun of him, either.

Thursday, September 11, 2008

How a femme fatale becomes invincible: Bound (1996)

Πάντα αγαπούσα τις μοιραίες γυναίκες. Συχνά τόσο προσηλωμένα, ώστε να μην κάνω ρούπι χωρίς αυτές, χωρίς κάτι από την αύρα τους, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια της συνειδητοποίησης ότι ανήκω κι εγώ στο ίδιο γένος. Από κει ήρθε η έντονη αγάπη στο μαύρο χρώμα, στις faux βλεφαρίδες, στο κόκκινο κραγιόν και στα ψηλοτάκουνα, ακόμη και σε όποιο κόψιμο έμοιαζε κάπως με το Νew Look του Dior. Η μεγαλύτερη απόδειξη ότι τα είδωλά μου με έσερναν απ' τη μύτη είναι σίγουρα η ανάμνηση του πρώτου μου κρυφού τσιγάρου: δεν ήταν σε μια τουαλέτα παρέα με άλλα συνομήλικα κοριτσάκια που πέθαιναν να κάνουν κάτι απαγορευμένο, όχι. Καθρεφτιζόμουν σε μια μισοξεφτισμένη βιτρίνα ενός παλιού μαγαζιού στην Ερμού, γιατί γυρνώντας από μια από τις ανέμελες εφηβικές εξόδους μου, ντυμένη στα μαύρα, μακιγιαρισμένη και με ανάλογο καπέλο, θεώρησα ότι έμοιαζα αρκούντως σε αυτές που τόσο θαύμαζα. Είπα λοιπόν να δω πόσο καλή θα ήμουν και στο τελευταίο κομμάτι της γοητείας τους, στο χειρισμό δηλαδή του πιο προφανούς φαλλικού συμβόλου επάνω τους --που τότε ο νους μου δε μπορούσε ουδόλως να το συλλάβει ως τέτοιο-- πλην όμως με απογοητευτικά αποτελέσματα.

Κάπου στη συνέχεια αντιλήφθηκα πόση δύναμη χαρακτήρα και επίγνωση χειρισμών απαιτεί η επικίνδυνα χειραφετημένη/συνειδητοποιημένη εξωτερική εμφάνιση των γυναικών που κυνηγούν αρσενικά με κινήσεις ύπουλες, μα, φαινομενικά αθώες, όπως το σταύρωμα της γάμπας τυλιγμένης με σκούρο καλσόν ή η ύγρανση των χειλιών συχνότερα από το κανονικό με κραγιόν στο χρώμα του αίματος, μετά έντρομη βρέθηκα (καπακωμένη) στην αντίπερα όχθη του υπάκουου θηλυκού, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μη μοιάζω στα είδωλά μου, αλλά να ντρέπομαι να τα επικαλεστώ ως έμπνευση προς αποφυγήν ειρωνικού γέλωτος και αργότερα αναγκάστηκα να απωλέσω το παραμικρό ενδιαφέρον μου για το αρσενικό φύλο. Κυρίως, επειδή οι σχέσεις εξουσίας μεταξύ των δυο εχθρικών φύλων με εξουθένωσαν και εκ των πραγμάτων ότι η μόνη λύση να τις αποφύγει κανείς είναι η προσκόλληση σε ομοφυλοφιλικές σχέσεις --έτσι, για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο.

Κάπου εκεί για να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματά μου ήρθε (αργά) το Bound (1996) η μεγαλειώδης απαρχή των αδερφών Wachowski --που τους ξέρετε για τις πιο mainstream ματριξοδουλειές τους. Ένα απόλυτα στυλιζαρισμένο neo-noir που τα έχει όλα, όπως οι παραδοσιακοί προκάτοχοί του: μια μοιραία γυναίκα, έναν άντρα που έχει φορτωθεί και συντηρείται κάτω από τις φτερούγες του με αηδία σχεδόν, μερικούς μαφιόζους που συμπληρώνουν την πλοκή και το τρίτο άτομο. Αυτό που έρχεται από το πουθενά, τύπου τυχοδιώκτη με παράνομα θαμπό παρελθόν που θα βοηθήσει τη μοιραία γυναίκα να ξεφύγει από τις δαγκάνες της αποπνικτικής ζωής όπου οικειοθελώς , ας πούμε λόγω κακών υπολογισμών, τοποθετήθηκε, και να μεταπηδήσει στο επόμενο στάδιο, μια νέα ζωή όπου θα της επιτρέπεται να πετάξει την ηλίθια προβιά του αρνιού από πάνω της (i.e. άκακο, άβουλο "piece of sexual candy") και να αφήσει τη μέσα της ύαινα να ξεχυθεί.

Το Bound, όμως, αποφασίζει να πάει παραπέρα κι εδώ κάπου έγκειται η βασική παρέκκλιση από τα κλασικά noir, όπου η μοιραία γυναίκα --όντας αποκλειστική εφεύρεση ανδρών σκηνοθετών-- έχει τέλος μαύρο κι άραχνο, παίρνοντας ενίοτε μαζί της όλα ή έστω κάποια από τα θηράματά της, ήτοι άντρες που γοητεύονται ανεξέλεγκτα και αδυνατούν να διατηρήσουν τις εγκεφαλικές τους λειτουργίες σε ανεκτά επίπεδα. Οι περίεργοι αδερφοί αγαπούν την μοιραία τους Jennifer Tilly, όσο αγαπούν και το χαρακτήρα που εμφανίζεται να τη σώσει από την πολύχρονη δουλεία στη λιγδωμένη αγκαλιά του Caesar. Για να της επιτρέψουν να ζήσει και να ευτυχήσει απαλλαγμένη από την παράδοση που τη θέλει στην πυρά για παραδειγματισμό όσων θηλυκών εκεί έξω επιδίδονται σε αντρικές φαντασιώσεις, τη ζευγαρώνουν με μια butch τόσο λίγο butch όσο η Gina Gershon. Τώρα άνετα μπορούν να ακυρωθούν τα εγωιστικά συναισθήματα που προέρχονται από τη διαφορά φύλου και upbringing και να υπάρξει έστω και η ελάχιστη σύμπνοια. Δυο γυναίκες εναντίον ενός τύπου που ξεπλένει(κυριολεκτικά) χρήμα για τη Μαφία φαίνεται πιο πιστευτό σενάριο από την προηγούμενη μουντή εκδοχή του. Όχι μονάχα πιο πιστευτό, αλλά και θελκτικότερο οπτικά. Γιατί δεν είναι μόνο σωματικό ρίγος αυτό που μοιράζονται οι δυο τους, είναι θα έλεγα και ρίγος που πηγάζει από το (αδύναμο) φύλο τους, μια ζέση, μια πυρετώδης ζάλη να είναι από πάνω, μια καταπιεσμένη έπαρση γυναικείας κοπής που ζητάει να βρει ικανοποίηση.

Πράγμα που σημαίνει ότι, ναι, οι μοιραίες γυναίκες μπορούν άνετα να καταστρώσουν σχέδια άρτια και να τη βγάλουν καθαρή, αρκεί να έχουν χείρα βοηθείας (δώσε βάση), προερχόμενη όμως από το ίδιο φύλο. Τότε, και με την αγαστή βοήθεια κάποιου μη-μισογύνη σκηνοθέτη τα τελευταία πλάνα χαιρετίζουν τον πρόσφατα αποκτημένο πλούτο και την ελευθερία τους, αντί να περιγράφουν παραδειγματικά το χαμό τους. Ίσως πάλι να χαιρετίζουν το ευτυχές ζεύγος τόσο μεγαλόψυχα και υπό τους ήχους του She's a lady του Paul Anka πιότερο για τη visual pleasure που παίρνει το αντρικό κοινό από τους εναγκαλισμούς δυο πρωταγωνιστριών με τη λιγότερη δυνατή ανδροπρεπή αύρα. Έστω κι έτσι, η στυγερή λαιμητόμος των κλασικών noir ξεχνάει να πάρει το κεφάλι της γοητευτικής δολοπλόκας με τα φορέματα που απλά επιτείνουν το craving να της τα αφαιρέσεις και αρκείται να πετσοκόψει τους διεφθαρμένους άντρες της ιστορίας, κι αυτό μόνο ευφορία μπορεί να προκαλέσει.

Friday, March 23, 2007

Buzz ή Alfred Isaak Bezzerides: Kiss me Deadly

Το ντοκιμαντέρ του Σπύρου Ταραβήρα Buzz (2005) που προβάλλεται τώρα στους κινηματογράφους ίσως είναι, όπως έγραψαν, χωρίς μέτρο. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι όμως το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ (ούτε το The Long Haul of AI Bezzerides, άλλη μια παραγωγή με το ίδιο θέμα ), αλλά ο ίδιος ο σεναριογράφος με τις ελληνο-αρμενικές ρίζες. Όχι ο ορισμός του πολυγραφότατου, και κάποιος που το ‘χε ρίξει στα πιο αναλώσιμα τηλεοπτικά σενάρια στα 60s, ο Buzz αποχαιρέτισε αυτό τον κόσμο στις αρχές του 2007 πλήρης ημερών, αφήνοντας πίσω του πανάκριβη κληρονομιά το Kiss me Deadly(1957). Ειλικρινά, δε νομίζω ότι με καθήλωσε τόσο άλλο film noir με την πυκνή, στιβαρή γραφή του και την έκδηλη κοινωνική του συνειδητοποίηση. Ο κόσμος του Bezzerides (το σενάριο είναι βασισμένο στο pulp novel του Mickey Spillane) είναι εδώ ένα πολύχρωμο μωσαϊκό, όχι απλώς το background στο οποίο δρα και κινείται ο σκληροτράχηλος ήρωάς του. Τον εγωκεντρικό και ναρκισσιστή (μα, τόσο διασκεδαστικό) μυστικό ντετέκτιβ της ιστορίας, περιτριγυρίζουν μετανάστες από κάθε γωνιά της γης. Όντας ο ίδιος τέκνο μεταναστών, ήξερε προφανώς πως να αποτυπώσει τη φιγούρα του ξένου, τόσο που μαύροι βαστάζοι, γερο-λατίνοι, και κυρίως ο αξέχαστος χαρακτήρας του Nick the Greek —με τα περίεργα ελληνικά του, αφού ο ηθοποιός που τον υποδύεται δεν είναι Έλληνας— τραβούν συχνά την προσοχή μακριά από τον Ralph Meeker-Mike Hammer και τα κορίτσια του.

Το Kiss me Deadly είναι το film noir που πιο εύστοχα περιγράφει το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής και τις εντάσεις της. Όπως πιστοποιεί το πόσο ο άνθρωπος απέχει από την τελειότητα. Άσπονδοι φίλοι, κυνήγι ενός απροσδιόριστα πολύτιμου, αλλά επικίνδυνου αγαθού κλεισμένου σε μαύρο κουτί, βίλες-φυλακές και ντοπάρισμα όσων ξέρουν για να ξεχάσουν, χαρακτήρες που δεν ενδιαφέρονται να σιγάσουν τα πάθη τους. Ένας απ’ τους λιγότερο faulty είναι μια γυναικεία οπτασία που τρέχει ξυπόλυτη στον σκοτεινό δρόμο τυλιγμένη με μια εκρού καμπαρτίνα μόλις πέσουν οι τίτλοι και προτρέπει τον Meeker: Remember me”. H θύμησή της είναι αυτή που τον μπλέκει, τελικά. Μόνο που το κλασικό MacGuffin αποδεικνύεται κουτί της Πανδώρας· γυναικεία είναι κι εδώ η περιέργεια και τιμωρείται δεόντως, ίσως παρασέρνοντας και άλλους μαζί της. Δε μαθαίνουμε ποτέ, και οι δυο εκδοχές του ζοφερού και γριφώδους τέλους που κυκλοφορούν, μπερδεύουν προς στιγμήν τα πράγματα ακόμη περισσότερο.

Ο Bezzerides έχει στο ενεργητικό του και άλλα ουκ ευκαταφρόνητα σενάρια: They Drive by Night με το Boggy νταλικέρη, Thieves’ Highway, από τις πιο ατμοσφαιρικές δουλειές του Dassin πριν γνωρίσει τη Μελίνα, On Dangerous Ground του Nicholas Ray. Το Kiss me Deadly όμως είναι από τις στιγμές που λατρεύουν οι σινεφίλ, όπου το πολυδιάστατο γράψιμο του Buzz και η ειρωνική, στακάτη σκηνοθεσία του Aldrich συναντιούνται για να δώσουν ένα ψιλο-σαδιστικό-μισογυνιστικό αριστούργημα —και αυτό το τελευταίο quite enhances the pleasure indeed.

Ως ανταμοιβή για σένα, υπομονετικέ...trailer online!