Δεν είναι η πρώτη φορά που η Agnès Varda ασχολήθηκε αποσπασματικά με τη ζωή μιας νέας χωρίς σαφείς προοπτικές. Ήδη στο Cléo de 5 à 7 μας έκανε συμμέτοχους της ζωής φιλόδοξης νεαράς αοιδού από τις πέντε μέχρι τις επτά (την ώρα που οι Γάλλοι συναντούν τις ερωμένες τους). Εκεί, παρόλη την διάχυτη αναστάτωση εξαιτίας πιθανής αρρώστιας, η Varda δίνει περιθώρια στην πρωταγωνίστριά της για μια κάποια ελπίδα. Μάταια ελπίδα, για ζωή dite επιτυχημένη, φορτωμένη φρου-φρου και αρώματα και αναγκαστικούς εραστές-χρηματοδότες.
Η βραβευμένη Sandrine Bonnaire ως Vagabond αντιθέτως, ζει μόνο για το σήμερα, όντας πράγματι δίχως σκεπή ούτε νόμο. Την παρακολουθούμε για αρκετές μέρες και ξέρουμε εκ των προτέρων ότι είναι οι τελευταίες της. Τη βλέπουμε μέσα από τα μάτια άλλων, όσων έπεσαν τυχαία πάνω της και έγιναν στιγμιαία έστω αίτιο να διακόψει την περιπλάνησή της. Ξέρουμε το όνομά της, Mona Bergeron, φαίνεται ότι ψάχνει την ελευθερία, από που ήρθε δεν το αποκαλύπτει ποτέ, που πάει ούτε η ίδια δε γνωρίζει.
Εχθροί της πλέον δεν είναι ο απύθμενος και απαιτητικός νους της, ούτε η καταναγκαστική κοινωνία, ούτε το πιεστικό περιβάλλον της. Έφυγε απ' όλα θαρρετά και έμεινε αντιμέτωπη με τις πρωτόγονες απειλές της φύσης: την παγωνιά, την πείνα, τους επικίνδυνους περαστικούς. Ίσως αυτό της έμενε να κάνει, γιατί είχε φορτωθεί πολλά στις πλάτες της και ήθελε να τα πετάξει. Ένα backpack αντέχεται πιο εύκολα. Το βάρος του, τουλάχιστον, είναι συγκεκριμένο.
Τι κι αν ένας λάκκος στην εξοχή έγινε το νεκροκρέββατό της. Κατάφερε το δυσκολότερο: νίκησε τις προσωπικές της σειρήνες. Γύρισε την πλάτη στο βόλεμα, μπόρεσε για λίγο να γίνει ελεύθερος άνθρωπος που δε λογοδοτεί σε κανένα θεό ή θνητό.
Η βραβευμένη Sandrine Bonnaire ως Vagabond αντιθέτως, ζει μόνο για το σήμερα, όντας πράγματι δίχως σκεπή ούτε νόμο. Την παρακολουθούμε για αρκετές μέρες και ξέρουμε εκ των προτέρων ότι είναι οι τελευταίες της. Τη βλέπουμε μέσα από τα μάτια άλλων, όσων έπεσαν τυχαία πάνω της και έγιναν στιγμιαία έστω αίτιο να διακόψει την περιπλάνησή της. Ξέρουμε το όνομά της, Mona Bergeron, φαίνεται ότι ψάχνει την ελευθερία, από που ήρθε δεν το αποκαλύπτει ποτέ, που πάει ούτε η ίδια δε γνωρίζει.
Εχθροί της πλέον δεν είναι ο απύθμενος και απαιτητικός νους της, ούτε η καταναγκαστική κοινωνία, ούτε το πιεστικό περιβάλλον της. Έφυγε απ' όλα θαρρετά και έμεινε αντιμέτωπη με τις πρωτόγονες απειλές της φύσης: την παγωνιά, την πείνα, τους επικίνδυνους περαστικούς. Ίσως αυτό της έμενε να κάνει, γιατί είχε φορτωθεί πολλά στις πλάτες της και ήθελε να τα πετάξει. Ένα backpack αντέχεται πιο εύκολα. Το βάρος του, τουλάχιστον, είναι συγκεκριμένο.
Τι κι αν ένας λάκκος στην εξοχή έγινε το νεκροκρέββατό της. Κατάφερε το δυσκολότερο: νίκησε τις προσωπικές της σειρήνες. Γύρισε την πλάτη στο βόλεμα, μπόρεσε για λίγο να γίνει ελεύθερος άνθρωπος που δε λογοδοτεί σε κανένα θεό ή θνητό.
No comments:
Post a Comment